Συναγωνιζόταν επάξια τη Δήλο κατά την αρχαιότητα, αν και η έκτασή του ήταν μικρότερη.
Το Δεσποτικό, το ακατοίκητο νησάκι απέναντι από την Αντίπαρο, κερδίζει σιγά σιγά λίγη από την παλιά του αίγλη, αυτή που έκρυψαν οι αρχαίοι Αθηναίοι αλλά φέρνει στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη του Γ. Κουράγιου και των συνεργατών του.
Για την αναστήλωση του ναού και του τελετουργικού εστιατορίου θα χρησιμοποιηθεί αρχαίο υλικό, που υπάρχει διάσπαρτο στο νησάκι του Δεσποτικού |
Θα χρησιμοποιηθεί αρχαίο υλικό διάσπαρτο στην περιοχή αλλά και αρκετό
νέο, προκειμένου να υποδηλωθεί η τρίτη διάσταση του συνόλου, ώστε να γίνει κατανοητό και ευανάγνωστο.
Οι εργασίες έχουν ήδη ξεκινήσει, σύμφωνα με την πρώτη φάση της προμελέτης αναστήλωσης που έχει εγκριθεί από το ΚΑΣ. Αυτό που έμενε ήταν η «έγκριση» της πλήρους μελέτης αποκατάστασης και αναστήλωσης των δύο κτιρίων, μαζί με τις προτάσεις για την αντισεισμική επάρκεια του μνημείου, κάτι που συνέβη ομόφωνα χτες στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο. Την αντισεισμική μελέτη εκπόνησε ο Δημήτρης Εγγλέζος.
Το αντικείμενο των εργασιών
Το αναστηλωτικό έργο αφορά τρεις κίονες του ναού και τρεις του εστιατορίου, που θα «ακουμπούν» σε μεσοτοιχία, μαζί με τα κιονόκρανα και τα επιστύλια, καθώς και άλλα αρχιτεκτονικά μέλη, όπου υπάρχουν (π.χ. μετόπες, τρίγλυφα, γείσα).
Η μεσοτοιχία θα έχει ύψος περίπου 5 μ., θα ανακατασκευαστούν και άλλοι τοίχοι, ενώ θα τοποθετηθούν και οι παραστάδες των θυρών.
Με την ολοκλήρωση του έργου θα είναι δυνατόν να αναδειχθεί η ανασκαφή ως ένας μοναδικός αρχαιολογικός χώρος, ένα πρότυπο αρχαιολογικό πάρκο στις Κυκλάδες. Θα υπάρχει εποπτικό ενημερωτικό υλικό και διαδρομές περιήγησης σε όλο το νησί, αφού πρόκειται για ένα από τα μοναδικά ακατοίκητα νησιά στις Κυκλάδες, με ιδιαίτερο φυσικό κάλλος και έχει κηρυχθεί όλο αρχαιολογική ζώνη Α΄, απολύτου προστασίας και αδόμητη.
Η λατρεία στο Δεσποτικό, όπου ιδρύθηκε το μεγαλύτερο ιερό μετά της Δήλου, είχε ξεκινήσει από τον 7ο αιώνα π.Χ. (υπάρχουν φάσεις ακόμα παλαιότερες, της γεωμετρικής περιόδου, που λείπουν από τη Δήλο). Τη μεγαλύτερη ακμή του τη γνώρισε τον 6ο αι. π.Χ., ενώ τα πρωιμότερα ίχνη λατρείας χρονολογούνται στον 9ο και 8ο αι. π.Χ. Αγγελική Κώττη ΕΘΝΟΣ
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ