ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΗΠΕΙΡΟΣ ΕΥΡΩΠΗ ΕΛΛΑΣ ΑΤΤΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ ΘΡΑΚΗ ΚΟΣΜΟΣ ΚΡΗΤΗ ΚΥΠΡΟΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ Μ. ΕΛΛΑΔΑ ΜΑΥΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΣ ΧΕΡΣ ΑΙΜΟΥ ΙΣΤ. ΠΡΟΣΩΠΑ ΔΙΑΦΟΡΑ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ ΡΩΜΑΪΚΑ

Δευτέρα 17 Αυγούστου 2015

Τείχος και ιερό αποκαλύφθηκε στην ανασκαφή της αρχαίας Φενεού.

 Επιπλέον, στις ίδιες ανασκαφικές τομές, κάτωθεν των μεσοελλαδικών καταλοίπων, εντοπίστηκαν για πρώτη φορά στη Φενεό ίχνη κατοίκησης και κατά τη Νεολιθική περίοδο.

Η αρκαδική  πόλη Φενεός τοποθετείται στα  νοτιοδυτικά όρια της σημερινής  Περιφερειακής Ενότητας Κορινθίας, σε υψόμετρο 770 μ. περίπου
   
Aμφιπρόσωπο τείχος πλάτους 3,20 μ. αποκάλυψαν η συστηματική ανασκαφική έρευνα και οι εκτεταμένες εργασίες αποψίλωσης κατά το πενταετές ερευνητικό πρόγραμμα συνεργασίας «Αρχαία Φενεός», που πραγματοποιήθηκε μεταξύ της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κορινθίας και του Αυστριακού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στην Αθήνα και ολοκληρώθηκε αυτό το μήνα.

Το τείχος με τους πύργους (Π1 - Π5) στη βόρεια κλιτύ της Ακρόπολης της αρχαίας Φενεού (στο βάθος διακρίνεται το Ασκληπιείο)

     Το τείχος  διατρέχει ολόκληρη
τη βόρεια κλιτύ της Ακρόπολης σε συνολικό μήκος 230 μ. και σε μέγιστο σωζόμενο ύψος 4,50 μ. Η οχύρωση ενισχύεται με τέσσερις ημικυκλικούς πύργους, διαμέτρου 5,50 μ., όπως και έναν κάτοψης τριών τετάρτων του κύκλου, κυμαινόμενης διαμέτρου από 5,90 έως 6,00 μ. (Πύργοι Π1 – Π5).



     Το τείχος φαίνεται πως ολοκληρώνει την πορεία του στο ανατολικό πέρας της βόρειας κλιτύος, διαμορφώνοντας πυλίδα. Στο δυτικότατο ορατό άκρο του βορείου σκέλους του τείχους, το διάσπαρτο οικοδομικό υλικό και τα λαξεύματα στο φυσικό βράχο, δεν αποτελούν επαρκή στοιχεία για τον προσδιορισμό της περαιτέρω πορείας του. Μοναδική ένδειξη για την οχύρωση στις υπόλοιπες πλευρές της Ακρόπολης αποτελούν οι 150 περίπου παρασυρμένες λιθόπλινθοι, που καταγράφηκαν και χαρτογραφήθηκαν κατά τη διάρκεια του ερευνητικού προγράμματος.

Ο πύργος (Π4) του τείχους της Ακρόπολης στην αρχαία Φενεό
     Το τείχος και οι πύργοι ακολουθούν συνδυασμό τραπεζοειδούς και πολυγωνικού συστήματος τειχοδομίας σε σειρές, με εξαίρεση μικρό μόνο τμήμα στην ανατολική απόληξη της κλιτύος, όπου έχει χτιστεί με βάση το κανονικό πολυγωνικό.



Η στρωματογραφική ανάλυση των ανασκαφικών τομών και η έως τώρα μελέτη των κινητών ευρημάτων, κυρίως όμως ο εντοπισμός χάλκινου νομίσματος Σικυώνας σε στρώμα που διαταράχθηκε από την ανέγερση του τείχους, τοποθετούν με ασφάλεια την κατασκευή του μετά το 345 π.Χ.

     Από την ανασκαφική έρευνα στο τμήμα της οχύρωσης που περικλείει το φυσικά διαμορφωμένο πλάτωμα του Αγίου Κωνσταντίνου προέκυψε ότι η κατασκευή της παραβίασε τμήμα εγκατάστασης της Μεσοελλαδικής περιόδου.
Τα οικιστικά κατάλοιπα κατατάσσονται σε τρεις διαφορετικές φάσεις (ΠΕ ΙΙΙ/ΜΕ Ι, ΜΕ ΙΙ και ΜΕ ΙΙI/ΥΕ Ι), καλύπτοντας ευρύ χρονολογικό φάσμα από τον 21ο έως τον 16ο αι. π.Χ.

Επιπλέον, στις ίδιες ανασκαφικές τομές, κάτωθεν των μεσοελλαδικών καταλοίπων, εντοπίστηκαν για πρώτη φορά στη Φενεό ίχνη κατοίκησης και κατά τη Νεολιθική περίοδο.

Το ιερό γυναικείας θεότητας στο ανατολικό πλάτωμα της Ακρόπολης της αρχαίας Φενεού. Διακρίνονται η βάση λατρευτικού αγάλματος και η πήλινη εσχάρα
     Στο ανατολικό πλάτωμα του λόφου της Ακρόπολης ήρθε στο φως ιερό αφιερωμένο σε γυναικεία θεότητα, ορθογώνιας κάτοψης και εσωτερικών διαστάσεων 15,50 μ. Χ 4,00 μ., εντός του οποίου ανιχνεύθηκαν δύο οικοδομικές φάσεις, η πρωιμότερη στην αρχαϊκή και η υστερότερη στην κλασική εποχή.



 Κατά την τελευταία προστέθηκαν μονολιθική βάση λατρευτικού αγάλματος και πήλινη εσχάρα.
Και οι δυο φάσεις απέδωσαν πληθώρα αναθημάτων, όπως καλής ποιότητας κεραμική (κοτύλες, σκύφοι, πυξίδες, λήκυθοι, κρατήρες και μικκύλα αγγεία), πήλινα ειδώλια γυναικείων μορφών και προτομές, χάλκινες φιάλες, χάλκινες και σιδερένιες περόνες, χάλκινες και οστέινες πόρπες, χάλκινα επίρραπτα κοσμήματα ενδυμάτων, γυάλινες και οστέινες ψήφους.
    Η αρκαδική  πόλη Φενεός τοποθετείται στα  νοτιοδυτικά όρια της σημερινής  Περιφερειακής Ενότητας Κορινθίας, σε υψόμετρο 770 μ. περίπου.

Τη διεύθυνση του προγράμματος είχαν οι καθηγητές Κλασικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Karl-Franzens του Graz της Αυστρίας Κωνσταντίνος Κίσσας, Προϊστάμενος της ΕΦ.Α.ΚΟΡ. και Peter Scherrer, Διευθυντής του Ινστιτούτου Αρχαιολογίας του Παν/μίου.


Η Πελοπόννησος στον Όμηρο χωρίζεται στις εξής περιοχές: Το Άργος (Το Άργος, η Τίρυνς,  η Ασίνη κι η Ερμιόνη,η Επίδαυρος, τα μέρη της Τροιζήνος,των Ηιονών, του Μάσητος, ακόμη της Αιγίνης), οι Μυκήνες (οι Μυκήνες, η Κόρινθος, οι Κλεωνές, των Ορνεών  τα μέρη, η Αραιθυρέα, η πόλις Σικυώνος, η Υπερησία, και η Γονούσσα και η Πελλήνη, ο Αιγιαλός, το Αίγιον κι η απλωμένη Ελίκη, η Λακεδαίμων (η Μέσση, η Σπάρτη και η Φάρις, οι Βρυσειές, οι Αιγειές, οι Αμύκλες,το Έλος, χώρ’ ακρόγιαλη, ο Οίτυλος και ο Λάας), η Πύλος  (Αρήνη, το Θρύον, πόρος του Αλφειού, το Αιπύ, τα μέρη του Κυπαρισσήεντος και της Αμφιγενείας, του Έλους και της Πτελεού, το Δώριον), η Αρκαδία (ο Ορχομενός, η Ενίσπη, η Ρίπη και ο Φενεός κι η Στρατία, η Μαντινεία, η Στύμφαλος κι ακόμη η Παρρασία,  η χώρα της Τεγέας), η Ήλιδα (κι απ’ το Βουπράσιον η Μύρσινος, η Υρμίνη, το Αλείσιον κι η Ωλενία πέτρα.)