ΖΑΚΡΟΣ |
«Ήταν καλοκαίρι του 1963, όταν ο αείμνηστος καθηγητής Γιάννης Σακελλαράκης, νεαρός επιμελητής αρχαιοτήτων ακόμα, έψαυσε κρητικές ελιές του 16ου αιώνα π. Χ., στην ανασκαφή του Νικολάου Πλάτωνα, στη Ζάκρο.
Έσκαβαν τότε ένα μικρό δωμάτιο του μινωικού ανακτόρου και χρειάστηκε να συνδράμει, εξαιτίας των δύσκολων συνθηκών, αφού από το εσωτερικό του δωματίου ανάβλυζε συνέχεια, σκοτεινό καστανό νερό. Μέχρι τη μέση στη λάσπη, αναμόχλευε τον βυθό και έπιανε ό, τι τύχαινε, δηλαδή κομμάτια από αγγεία ή κανένα κόκκαλο.
Κάποια στιγμή, ψάχνοντας, ένιωσε με την αφή κάτι το διαφορετικό: κάποιες στρογγυλές, μικρές μπαλίτσες» υπογράμμισε σε ομιλία της για την αρχαία κρητική διατροφή η αρχαιολόγος Ειρήνη Γαβριλάκη υπεύθυνη του τμήματος μουσείων εκθέσεων και εκπαιδευτικών προγραμμάτων ΚΕ’ Εφορείας Προϊόστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων του Αρχαιολογικού Μουσείου Κρήτης
Στην συνέχεια διευκρίνισε «Για το περιστατικό γράφει ο ίδιος, σε ένα βιβλίο που εκδόθηκε 42 χρόνια αργότερα.
… Σαν από ένστικτο, πολλαπλασίασα την προσοχή μου, βούτηξα όσο μπορούσα περισσότερο στην ιλύ για να έχω τη μεγαλύτερη δυνατή ευκινησία και με τα δυο μου χέρια εντόπισα
ένα ολόκληρο κωνικό κύπελλο. Κι ήταν βέβαιο πως
κάτι περιείχε. Με μια μικρή προσπάθεια έπιασα το μικρό αγγείο από τη βάση.
… Το κύπελλο ήταν ξέχειλο από παχιές, κρεατωμένες, κατάμαυρες
κρητικές ελιές! Έμεινα άφωνος με το θαύμα. Μπορεί και να μην το πίστεψα, γιατί
βύθισα προσεκτικά πάλι το γεμάτο κύπελλο στο νερό, που αναδύθηκε ξανά το ίδιο
αστραφτερά γυαλιστερό. Επανέλαβα την κίνηση της αναβάπτισης, σαν τελετουργία ή
σαν παιχνίδι. Όμως, ίσως για τη θρησκευτικότητα της στιγμής, ο πειρασμός
ενέδρευε, γιατί χάιδεψα μιαν ελιά…
… Ήμουν νέος και πεινασμένος….
Όταν ο Γιάννης Σακελλαράκης ξαναείδε τις ελιές του στην
έκθεση του Μουσείου Ηρακλείου, του φάνηκαν θλιβερά λείψανα, μικρότερα κι από
κουκούτσια. Οι ελιές είχαν εξαερωθεί. Γι’ αυτό γράφτηκαν από τον Νικόλαο
Πλάτωνα λίγες μόνο αράδες, κάτι σαν επικήδειος, ενώ ο ίδιος δε θέλησε να πει αν
δοκίμασε, τελικά, τη μινωική ελιά που κράτησε στο χέρι του, δοκιμάζοντας την
ονειρική διάσταση της Ιστορίας. Κάπως έτσι οι μινωικές ελιές έμειναν ακινητοποιημένες
για πάντα στις πινακίδες των ανακτόρων και στην εικονογραφία.
Οι ελιές της Ζάκρου δεν είναι τα μοναδικά προϊόντα της φύσης
που εντοπίστηκαν στις ανασκαφές. Κι άλλες φορές εντοπίστηκαν καρποί, όπως για
παράδειγμα οι πιεσμένοι ελαιοπυρήνες του 2160-1900 π. Χ. από το Χαμαλεύρι, όπου
ήρθαν στο φως ακόμα σύκα, αμύγδαλα, σταφύλια, αχλάδια, δημητριακά, όσπρια,
καθώς και άγρια φυτά που χρησιμοποιήθηκαν για την αρωματοποιία ή την ιατρική.
Λαθούρι και σύκα προέρχονται και από το Καστέλι Χανίων, στο οποίο τα γεύματα με
κρέας και λαχανικά ήταν συνηθισμένα.
Μαζί με τους ίδιους τους καρπούς, εργαλεία και σκεύη που
σχετίζονται με την καλλιέργεια ή την επεξεργασία των προϊόντων διατροφής και
που προέρχονται από τις ανασκαφές συμπληρώνουν την εικόνα: μαχαίρια, πελέκεις,
τριβεία, χειρόμυλοι, μαγειρικά και επιτραπέζια σκεύη, εγκαταστάσεις ολόκληρες
για την πίεση των καρπών, σχάρες, κουτάλες και κρεάγρες είναι μερικά από τα πιο
χαρακτηριστικά ευρήματα.
Σημαντικές πληροφορίες για τα γεύματα αντλούνται, ωστόσο, από τη μελέτη των οστών που περισυλλέγονται είτε ως υπολείμματα τροφής είτε ως εργαλεία μετά από την επεξεργασία τους. Μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί κόκκαλα βοοειδών, χοίρων, αιγοπροβάτων, προβάτων, ελαφιών (ΠΜ ΙΙΙ / ΜΜ Ι). Αλλά και ιπποειδών, αιγών, σκύλων, ελαφίδων, πλατωνιών και μεσαίων θηλαστικών (ΥΜ ΙΙΙΓ). Το κυνήγι της Εποχής του Χαλκού, όπως ανιχνεύεται στο Χαμαλεύρι, είχε ως θηράματα λαγούς, πουλιά, αγριογούρουνα και άγρια βοοειδή, αιγάγρους και κόκκινα ελάφια.
ΚΡΗΤΟΜΙΝΩΙΤΗΣ ΚΥΝΗΓΑ ΚΑΠΡΟ |
Το 1999, το Υπουργείο Πολιτισμού μαζί με το Εθνικό
Αρχαιολογικό Μουσείο πραγματοποίησαν την περιοδική έκθεση Μινωιτών και
Μυκηναίων Γεύσεις. Στο πλαίσιο της έκθεσης αυτής και προκειμένου να
φωτιστεί η διατροφή των Μινωιτών και των Μυκηναίων, η Αρχαιολογία συνάντησε τις
Θετικές Επιστήμες. Μελετήθηκαν δείγματα αγγείων για να εκτιμηθούν τα οργανικά
υπολείμματα που σώζονταν σε αυτά.
Με τη μελέτη των δειγμάτων, διαπιστώθηκε ότι τα αγγεία είχαν
πολλά να πουν. Ένας ψευδόστομος αμφορέας περιείχε κρασί. Στο Μοναστηράκι
Αμαρίου, στράφιλα είχαν ξεμείνει για αιώνες στον πυθμένα ενός πιθαριού,
παραπέμποντας στην παραγωγή ρακής. Στην Μύρτο της αρχής της Εποχής του Χαλκού,
γύρω στο 3000 π.Χ., βεβαιώνεται κατανάλωση μπύρας από κριθάρι.
Ένας αμφορίσκος από τους Αρμένους περιείχε καθαρό ελαιόλαδο. Στο σπήλαιο Γερανίου, οι Νεολιθικοί άνθρωποι κατανάλωναν ήδη μαγειρεμένο φαγητό με φυλλώδη λαχανικά και σημαντική ποσότητα ελαιόλαδου, σε μια λοπάδα. Κι έτσι δεν εκπλήσσουν τα λαδερά γεύματα με κρέας και φυλλώδη λαχανικά, δημητριακά ή όσπρια (π.χ. φακές) που εντοπίστηκαν σε έναν τελετουργικό λάκκο, στο νεκροταφείο των Αρμένων. [Παράλληλα, στην ηπειρωτική Ελλάδα, μια μεγάλη τριποδική χύτρα που βρέθηκε κοντά στο βωμό, στην Αίθουσα των Τοιχογραφιών του Ανακτόρου των Μυκηνών, περιείχε κάποτε κρέας, φακές και ελαιόλαδο. Κρέας, δημητριακά, φασόλια και μέλι ανιχνεύθηκαν σε αγγείο, στη Θήβα. Δημητριακά, ρεβίθια και κρέας σε άλλο αγγείο, στην Αργολίδα].
ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΡΜΕΝΟΥΣ |
Ένας αμφορίσκος από τους Αρμένους περιείχε καθαρό ελαιόλαδο. Στο σπήλαιο Γερανίου, οι Νεολιθικοί άνθρωποι κατανάλωναν ήδη μαγειρεμένο φαγητό με φυλλώδη λαχανικά και σημαντική ποσότητα ελαιόλαδου, σε μια λοπάδα. Κι έτσι δεν εκπλήσσουν τα λαδερά γεύματα με κρέας και φυλλώδη λαχανικά, δημητριακά ή όσπρια (π.χ. φακές) που εντοπίστηκαν σε έναν τελετουργικό λάκκο, στο νεκροταφείο των Αρμένων. [Παράλληλα, στην ηπειρωτική Ελλάδα, μια μεγάλη τριποδική χύτρα που βρέθηκε κοντά στο βωμό, στην Αίθουσα των Τοιχογραφιών του Ανακτόρου των Μυκηνών, περιείχε κάποτε κρέας, φακές και ελαιόλαδο. Κρέας, δημητριακά, φασόλια και μέλι ανιχνεύθηκαν σε αγγείο, στη Θήβα. Δημητριακά, ρεβίθια και κρέας σε άλλο αγγείο, στην Αργολίδα].
Οι κάτοικοι των Αρμένων μεταξύ 1390 και 1190 π.Χ. δεν έτρωγαν
ψάρια, αν και τα θαλασσινά (χταπόδια, τρίτωνες, μύδια) αποδίδονταν συχνά στα
αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν. Στο δάπεδο, όμως ενός πολύ αρχαιότερου
κτίσματος στο Χαμαλεύρι εντοπίστηκαν 66 πεταλίδες, ό, τι απόμεινε προφανώς από
ένα τελευταίο γεύμα πριν από την καταστροφή του 1900 π.Χ., ενώ στο Μοναστηράκι
του 1700 περίπου π.Χ., εντοπίστηκαν ψάρια, πράγμα που δηλώνει τόσο τις
διατροφικές συνήθειες των κατοίκων όσο και τις δυνατότητες συντήρησης των
τροφίμων (θυμάστε τους πλανόδιους ψαράδες;).
Και μια και μιλάμε για θαλασσινά μεζεδάκια, σε άλλες ανασκαφές της Κρήτης, όπως στην Τρυπητή, διαπιστώνεται ότι οι συλλογείς μαλακίων, πεταλίδων και χοχλιδιών, για παράδειγμα, προκειμένου να μην καταστρέφουν τους πληθυσμούς, διάλεγαν συγκεκριμένα μεγέθη που συνέλεγαν με παγίδες ή δίχτυα.
Και μια και μιλάμε για θαλασσινά μεζεδάκια, σε άλλες ανασκαφές της Κρήτης, όπως στην Τρυπητή, διαπιστώνεται ότι οι συλλογείς μαλακίων, πεταλίδων και χοχλιδιών, για παράδειγμα, προκειμένου να μην καταστρέφουν τους πληθυσμούς, διάλεγαν συγκεκριμένα μεγέθη που συνέλεγαν με παγίδες ή δίχτυα.
Ο ΨΑΡΑΣ ... ΜΙΝΩΙΚΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΣΦΡΑΓΙΔΟΛΙΘΟΣ |
Η γνώση μας για τη διατροφή συμπληρώνεται με τη μελέτη του
σκελετικού υλικού που προέρχεται από τις ανασκαφές (μόνο από τους
Αρμένους, στο Ρέθυμνο, διαθέτουμε 1010 σκελετούς και δεν υπολογίζουμε τις
εκατοντάδες άλλων από άλλα οργανωμένα νεκροταφεία ή μεμονωμένους τάφους
διαφόρων περιόδων, στις διάφορες θέσεις στο νησί). Ο βαθμός διατήρησης του
κολλαγόνου ανά οστό μπορούσε να υποδείξει τις πρωτεϊνούχες πηγές διατροφής κατά
τα τελευταία χρόνια της ζωής του οργανισμού. Η εξέταση των σκελετών έδειξε ότι
οι άνθρωποι της Εποχής του Χαλκού αγαπούσαν το κρέας κι έτρωγαν ένα μείγμα
κρέατος και φυτών, σε αντίθεση με τους κατοίκους των Μυκηνών, για παράδειγμα,
οι οποίοι έτρωγαν ψάρι τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα.
Οι Μινωίτες που ζούσαν στην περιοχή και θάφτηκαν στο νεκροταφείο των Αρμένων έπιναν μπύρα από κριθάρι και ρετσίνα που στην Κρήτη εμφανίστηκε είδος γύρω στο 2000-1900 π.Χ., στην Ψείρα, το Μοναστηράκι, τη Μύρτο.
Οι Μινωίτες που ζούσαν στην περιοχή και θάφτηκαν στο νεκροταφείο των Αρμένων έπιναν μπύρα από κριθάρι και ρετσίνα που στην Κρήτη εμφανίστηκε είδος γύρω στο 2000-1900 π.Χ., στην Ψείρα, το Μοναστηράκι, τη Μύρτο.
Στους Αρμένους, τον 13ο και τον 12ο αιώνα π.Χ., καταναλωνόταν ένα μείγμα από μπύρα, ρετσίνα και μέλι, όπως δείχνει η μελέτη, σύμφωνα με μια πρακτική κοινή σε όλους τους πολιτισμούς που χρησιμοποιούν το μέλι ως γλυκαντικό.
Τα ευρήματα, τα αντικείμενα και το σκελετικό υλικό, οι
χημικές αναλύσεις και παλαιοβοτανολογικές ή παλαιοζωολογικές μελέτες
ζωντανεύουν τη μινωική και την κρητομυκηναϊκή κοινωνία και αποκαλύπτουν τις
διατροφικές συνήθειες της εποχής: οι άνθρωποι, μικρόσωμοι και μυώδεις,
βρίσκονταν σε πλήρη αρμονία με τη φύση.
Κτηνοτρόφοι ή υφαντές, γραφείς ή ναυτικοί, αγγειοπλάστες ή λιθοξόοι, χτίστες, ξυλουργοί, ζωγράφοι ή τεχνίτες πολύτιμων υλικών, ήταν υπαρκτά πρόσωπα. Εξέτρεφαν οικόσιτα ζώα, κυνηγούσαν, ψάρευαν, περίμεναν τις παλίρροιες για να μαζέψουν θαλασσινά, περπατούσαν ανάμεσα στα ελαιόδεντρα και τα οπωροφόρα δέντρα ελέγχοντας τη σοδειά ή υπολογίζοντας τις ζημιές που είχε προκαλέσει η κακοκαιρία, μαγείρευαν, γκρίνιαζαν αν από το φαγητό τους έλειπε κάτι. Κρατούσαν φαγητό μαζί τους, όταν δούλευαν στα χωράφια ή με τα ζώα τους, το οποίο τους ετοίμαζε με αγάπη κάποιος.
Αυτοί οι άνθρωποι διασκέδαζαν τρωγοπίνοντας σε κοινωνικές συναναστροφές, μαγείρευαν για ειδικές περιστάσεις, όπως μετά από τις ταφές των οικείων τους, όπως συνάγεται από τα σπασμένα κεραμικά στους δρόμους των τάφων, πήγαιναν σε πανηγύρια, όπου, με την ευκαιρία ή το άλλοθι της γιορτής έτρωγαν όλοι μαζί. Χάριζαν καρπούς στη Θεά, μέσα σε ειδικά σκεύη, στα ιερά κορυφής ή στα σπήλαια, τους τόπους, δηλαδή, λατρείας της.
Ο ΒΟΣΚΟΣ ΕΠΙ ΤΟ ΕΡΓΟΝ... |
Κτηνοτρόφοι ή υφαντές, γραφείς ή ναυτικοί, αγγειοπλάστες ή λιθοξόοι, χτίστες, ξυλουργοί, ζωγράφοι ή τεχνίτες πολύτιμων υλικών, ήταν υπαρκτά πρόσωπα. Εξέτρεφαν οικόσιτα ζώα, κυνηγούσαν, ψάρευαν, περίμεναν τις παλίρροιες για να μαζέψουν θαλασσινά, περπατούσαν ανάμεσα στα ελαιόδεντρα και τα οπωροφόρα δέντρα ελέγχοντας τη σοδειά ή υπολογίζοντας τις ζημιές που είχε προκαλέσει η κακοκαιρία, μαγείρευαν, γκρίνιαζαν αν από το φαγητό τους έλειπε κάτι. Κρατούσαν φαγητό μαζί τους, όταν δούλευαν στα χωράφια ή με τα ζώα τους, το οποίο τους ετοίμαζε με αγάπη κάποιος.
ΣΤΗΝ ΜΙΝΩΙΚΗ ΚΡΗΤΗ ....ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΡΟΦΗΣ ΣΕ ΘΕΑ |
Αυτοί οι άνθρωποι διασκέδαζαν τρωγοπίνοντας σε κοινωνικές συναναστροφές, μαγείρευαν για ειδικές περιστάσεις, όπως μετά από τις ταφές των οικείων τους, όπως συνάγεται από τα σπασμένα κεραμικά στους δρόμους των τάφων, πήγαιναν σε πανηγύρια, όπου, με την ευκαιρία ή το άλλοθι της γιορτής έτρωγαν όλοι μαζί. Χάριζαν καρπούς στη Θεά, μέσα σε ειδικά σκεύη, στα ιερά κορυφής ή στα σπήλαια, τους τόπους, δηλαδή, λατρείας της.
Επιτρέψτε μου, τελειώνοντας, να δανειστώ μερικές φράσεις από ένα παραμύθι που φτιάξαμε για εκπαιδευτικούς λόγους με την κ. Αθανασία Κάντα, ανασκαφέα του Μοναστηρακίου, βάσει των ανασκαφικών δεδομένων:
… Κακά τα ψέματα. Οι γυναίκες με τις καθημερινές
ασχολίες τους άλλαζαν λιγάκι το κλίμα και την κακή διάθεση. Πιο πέρα, η μητέρα
μου και η αδελφή της έφτιαχναν πίττες από ξινό τυρί από κατσικίσιο γάλα που το
είχαν πήξει από το προηγούμενο βράδυ με το γάλα της συκιάς. Δίπλα, η γιαγιά
έγνεφε, χαμένη στις σκέψεις της κι αμίλητη. Η μεγάλη μου αδελφή έτριβε στάρι
στη μυλόπετρα.
Η σκηνή, σύμφωνα με το παραμύθι, εκτυλίσσεται λίγο μετά τον
σεισμό που κατέστρεψε το ανακτορικό συγκρότημα στο Μοναστηράκι,
διακόπτοντας απότομα τις καθημερινές δραστηριότητες των κατοίκων, μεταξύ των
οποίων και το μαγείρεμα. Είμαστε στο 1700 π.Χ περίπου. Ενώ, στη διήγηση που
ακολουθεί είμαστε πια στο 1833 μ.Χ., στο Γαράζο. Γράφει ο R. Pashley, στον
δρόμο του προς την Αξό:
…Έβρεχε σχεδόν όλη τη μέρα, χωρίς διακοπή. Ο γέρο ιερέας
έφερε αυγά τηγανητά στο λάδι, ελιές, τυρί και κρασί για πρωινό, ενώ πριν από τη
δύση του ήλιου, ο γραμματικός του χωριού μας ετοίμασε ένα έξοχο γεύμα:
σούπα, κοτόπουλο, αρνί βραστό και άλλα. Και εξαίσιο κρασί, πάλι…. Αφού ακούσαμε
μερικά τραγούδια, λέει λίγο πιο κάτω, τυλιχτήκαμε με τα πανωφόρια μας και
κοιμηθήκαμε το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας.
Αλήθεια, Κυρίες και Κύριοι, δεν μπαίνετε στον πειρασμό να
δώσετε ονόματα στους ήρωες (τους φανταστικούς και τους πραγματικούς) και της
μιας και της άλλης ιστορίας; Δεν αισθάνεστε οικείοι με αυτά τα πρόσωπα, παρά
τους αιώνες που τα χωρίζουν μεταξύ τους και παρά τους αιώνες που χωρίζουν κι
εμάς από αυτά; Δεν νοσταλγείτε ήδη όλα εκείνα τα οικογενειακά γεύματα που
υπογράμμισαν όλες τις σπουδαίες στιγμές κάθε οικογενειακής ιστορίας και που
δίνουν υπόσταση στον ορισμό της λέξης ομοτράπεζος που τραγούδησε ο
Όμηρος αξιοποιώντας τη Μυκηναϊκή εμπειρία, αλλά και που ο καθένας από μάς κρατά
ως πολύτιμη παρακαταθήκη του τρόπου που μεγάλωσε; Την εποχή που εξ ορισμού
μαγειρευόταν ένα επιπλέον πιάτο φαγητό για τον ξένο, ενόψει μιας οποιασδήποτε
ενδεχόμενης επίσκεψης την ώρα του φαγητού;».